gjon
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αλβανικά (sq)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gjon (sq) αρσενικό (οριστικός τύπος: gjoni) (πληθυντικός gjonë)
gjon (sq) αρσενικό (οριστικός τύπος: gjoni) (πληθυντικός gjonë)