hure

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʔyʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hure hures

hure (fr) θηλυκό