intifada

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
intifada intifadas

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

intifada (fr) θηλυκό