karisma
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | karisma | karismaj |
αιτιατική | karisman | karismajn |
karisma (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | karisma | karismaj |
αιτιατική | karisman | karismajn |
karisma (eo)