limbă
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]limbă (ro) θηλυκό
- η γλώσσα ως κώδικας επικοινωνίας
- (ανατομία) η γλώσσα
Κλίση
[επεξεργασία] κλίση του limbă
Δείτε επίσης : limba |
limbă (ro) θηλυκό