linesman

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
linesman linesmen
ανώμαλα ουσιαστικά (αγγλικά)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

linesman (en)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • linesman στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια