mise en forme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
mise en forme | mises en forme |
mise en forme (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
mise en forme | mises en forme |
mise en forme (fr) θηλυκό