perpendiculaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pɛʁ.pɑ̃.di.ky.lɛʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
perpendiculaire perpendiculaires

perpendiculaire (fr) θηλυκό

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
perpendiculaire perpendiculaires

perpendiculaire (fr)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]