planche

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /plɑ̃ʃ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

planche (fr) θηλυκό