rețea

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

rețea (ro) θηλυκό

  1. δίκτυο
  2. (πληροφορική) διαδίκτυο, ίντερνετ