représentation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
représentation représentations

représentation (fr) θηλυκό

  1. η αντιπροσώπευση
  2. η παράσταση
  3. η αναπαράσταση
  4. η απεικόνιση

Συγγενικά

[επεξεργασία]