rubusarbeto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | rubusarbeto | rubusarbetoj |
αιτιατική | rubusarbeton | rubusarbetojn |
rubusarbeto (eo)
- ο βάτος