singulariser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- singulariser < singulier
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /sɛ̃.ɡy.la.ʁi.ze/
Ρήμα
[επεξεργασία]singulariser (fr)
- καθιστώ μοναδικό