soit

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Σύνδεσμος

[επεξεργασία]

soit (fr)

  1. είτε

Επίρρημα

[επεξεργασία]

soit (fr)

  1. (καταφατικό επίρρημα, εκφράζει την παραδοχή) έστω

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]