telefon

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (bs)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (da)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (hr)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (ms)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (no)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (hu)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (pl) αρσενικό



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (ro)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (sr)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (sl)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (sv)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (tr)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (cs) αρσενικό



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

telefon (fo)