tonne
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
tonne | tonnes |
tonne (fr) θηλυκό
- o τόνος
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]tonne (fr)
- → δείτε τη λέξη tonner
ενικός | πληθυντικός |
tonne | tonnes |
tonne (fr) θηλυκό
tonne (fr)