too much

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
too much < → δείτε τις λέξεις too και much

Έκφραση

[επεξεργασία]

too much (en)

  • παραείμαι, μια κατάσταση που είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί
    That was too much for me (=I couldn’t stand it).
    Αυτό παραήταν για μένα (=δεν μπορούσα να το ανεχθώ αυτό).

too much (en)

  1. (much ως αντωνυμία) τόσος, πολύς
    The food is too much that I can’t finish it.
    Το φαγητό είναι τόσο, ώστε δεν μπορώ να το τελειώσω.
    I ate too much.
    Έφαγα πάρα πολύ.
  2. (much ως επίρρημα) πολύ, πάρα πολύ
    We do not talk too much.
    Δεν μιλάμε πολύ.
    He thinks too much of himself.
    Έχει πάρα πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του.
  3. (much ως προσδιοριστής) πάρα πολύς, υπερβολικά πολύς, υπερβολικός
    It is too much money, I cannot get it.
    Είναι πάρα πολλά τα χρήματα, δεν μπορώ να το πάρω.
    The food has too much salt.
    Το φαγητό έχει υπερβολικά πολύ αλάτι.
    Ice cream contains too much sugar.
    Το παγωτό περιέχει υπερβολική ζάχαρη.
    Don’t give it too much importance.
    Μη δίνεις υπερβολική σημασία.

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • χρησιμοποιείται μόνο με μη μετρήσιμα ουσιαστικά
  • too many μόνο χρησιμοποιείται με μετρήσιμα ουσιαστικά στον πληθυντικό αριθμό