translate

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας translate
γ΄ ενικό ενεστώτα translates
αόριστος translated
παθητική μετοχή translated
ενεργητική μετοχή translating

translate (en)

  1. (μεταβατικό και αμετάβατο) μεταφράζω λόγο σε άλλη γλώσσα ή σε μορφή διαφορετική από την αρχική
    I translate something from English into French.
    Μεταφράζω κάτι τα αγγλικά στα γαλλικά.
    Can you translate it on your own?
    Μπορείς να το μεταφράσεις μόνος σου;
    Some terms can be translated to Greek, others can’t.
    Μερικοί όροι μεταφράζονται στα ελληνικά, άλλοι όχι.
    The book is translated from Ancient Greek to Modern Greek.
    Το βιβλίο είναι μεταφρασμένο από τα Αρχαία Ελληνικά στα Νέα Ελληνικά.
  2. (μεταβατικό και αμετάβατο) μεταφράζεται, ισοδυναμεί, συνεπάγεται
    Destruction which translates into several million drachmas.
    Καταστροφή που μεταφράζεται σε αρκετά εκατομμύρια δραχμές.

Συγγενικά

[επεξεργασία]