wife acceptance factor
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- wife acceptance factor < → δείτε τις λέξεις wife, acceptance και factor
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]wife acceptance factor (en), συντομογραφία: WAF
- (αργκό) η (πραγματική ή υποθετική) συναίνεση μιας συζύγου που απαιτείται στα έξοδα για αγορά αγαθών κι εμπορευμάτων (κατά κανόνα ακριβών) που κάνει ή επιθυμεί να κάνει ο σύζυγός της
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- wife approval factor (παραλλαγή του όρου, με το ίδιο αρκτικόλεξο: WAF)
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- ο όρος αποδίδεται σε δημοσιογράφο του νεοϋρκέζικου περιοδικού χαϊφιντελιστών Stereophile το 1983· αρχικά σχετιζόταν με τα (ακριβά) συστήματα ήχου, τα ηχοσυστήματα υψηλής πιστότητας (hi-fi / χάι φάι και high-end / χάι εντ), ωστόσο απέκτησε ευρύτερη χρήση
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- wife acceptance factor στην αγγλική Βικιπαίδεια