αδαμιαίο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

αδαμιαίο

  1. αδαμιαίος, στην αιτιατική του ενικού

αδαμιαίο, ουδέτερο του αδαμιαίος

  1. στην ονομαστική του ενικού
  2. στην αιτιατική του ενικού
  3. στην κλητική του ενικού