απογράφω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀπογράφω

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
απογράφω < αρχαία ελληνική ἀπογράφω < ἀπό + γράφω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.poˈɣɾa.fo/

απογράφω (παθητική φωνή: απογράφομαι)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]