δυαλισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δυαλισμός οι δυαλισμοί
      γενική του δυαλισμού των δυαλισμών
    αιτιατική τον δυαλισμό τους δυαλισμούς
     κλητική δυαλισμέ δυαλισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δυαλισμός < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική dualism + -ισμός < λατινική duo < πρωτοϊταλική *duō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *dwóh₁

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

δυαλισμός θηλυκό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]