δόρυ παλτόν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δόρυ παλτόν

→ δείτε τη λέξη παλτόν

Έκφραση

[επεξεργασία]

δόρυ παλτόν ουδέτερο

  1. (οπλισμός) το δόρυ με το οποίο πλήττεται στόχος από μεγάλη απόσταση
  2. το ελαφρύ δόρυ, το ακόντιο, που χρησιμοποιούσαν οι ακοντιστές

Αντώνυμα

[επεξεργασία]