καλονυχτώνει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καλονυχτώνει < καλο- + νυχτώνει

καλονυχτώνει, πρτ.: καλονύχτωνε, στ.μέλλ.: θα καλονυχτώσει, αόρ.: καλονύχτωσε (τριτοπρόσωπο ρήμα)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]