μακροβένθος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μακροβένθος ουδέτερο
- μια από τις υποδιαιρέσεις του ζωοβένθους και συγκεκριμένα εκείνη στην οποία ανήκουν οι ζωικοί υδρόβιοι οργανισμοί με μέγεθος άνω του 1 χιλιοστού ή mm. {Σύμφωνα με άλλη ταξινόμηση στο μακροβένθος μπορούν να ανήκουν και οργανισμοί που το μέγεθός τους είναι άνω του μισού χιλιοστομέτρου, δηλαδή μεγαλύτεροι του 0,5 mm)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μακροβένθος