ντρίμπλα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ντρίμπλα < → δείτε τη λέξη τρίπλα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ντρίμπλα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]