ξεντύνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξεντύνω < ξε- + ντύνω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ksenˈdi.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ξε‐ντύ‐νω

ξεντύνω, αόρ.: ξέντυσα, παθ.φωνή: ξεντύνομαι, π.αόρ.: ξεντύθηκα, μτχ.π.π.: ξεντυμένος

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]