τιράζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: τριάζ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τιράζ < γαλλική tirage < tirer < πρωτογερμανική *teraną < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *derə- (σχίζω, αρπάζω)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τιράζ ουδέτερο άκλιτο

  • ο αριθμός των αντιτύπων ενός εντύπου
    Επίσης, αν αυξηθεί το τιράζ των βιβλίων, δηλαδή αν από 500-1.000 αντίτυπα περάσει στα 2.000-3.000 αντίτυπα, και αυτό θα μειώσει σημαντικά την τιμή του βιβλίου. (*)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]