τρέχω και δε φτάνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τρέχω και δε φτάνω < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση
[επεξεργασία]τρέχω και δε φτάνω
- δεν καταφέρνω, δεν προλαβαίνω να κάνω όλες τις δουλειές που έχω ή να καλύψω όλες τις ανάγκες μου παρόλο που προσπαθώ όσο πιο έντονα γίνεται
- είμαι πάρα πολύ απασχολημένος, έχω πάρα πολλές δουλειές να κάνω και δεν έχω ελεύθερο χρόνο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τρέχω και δε φτάνω
|