φουχτίτσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φουχτίτσα οι φουχτίτσες
      γενική της φουχτίτσας
    αιτιατική τη φουχτίτσα τις φουχτίτσες
     κλητική φουχτίτσα φουχτίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φουχτίτσα < φούχτα + υποκοριστικό επίθημα -ίτσα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φουχτίτσα θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]