arancinu
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Σικελικά (scn)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]arancinu (scn), στον πληθυντικό: arancina
- (φρούτο) πορτοκάλι πού έπεσε από το δένδρο άγουρο πριν ωριμάσει
- (γλυκό) παραδοσιακό έδεσμα της Σικελίας, με ζύμη σε σχήμα πορτοκαλιού ή μπάλας, γεμισμένη με ρύζι και σάλτσα
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- arancinu στη σικελική Βικιπαίδεια