biocarburant

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bjo.kaʁ.by.ʁɑ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
biocarburant biocarburants

biocarburant (fr) αρσενικό