bled
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]bled (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
bled | bleds |
bled (fr) αρσενικό
bled (en)
ενικός | πληθυντικός |
bled | bleds |
bled (fr) αρσενικό