child's play
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) κάτι πολύ εύκολο, το ευκολάκι, το παιχνιδάκι (στη μεταφορική σημασία)
- ↪ Once you get the hang of it, it’s child’s play.
- Μόλις του πάρεις το κόλπο, είναι παιχνιδάκι.
- ↪ Once you get the hang of it, it’s child’s play.
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε την έκφραση piece of cake