dead ringer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
dead ringer | dead ringers |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]dead ringer (en)
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) ο σωσίας
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη doppelganger