imprinting
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
imprinting | imprintings |
imprinting (en)
- η εκτύπωση
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]imprinting (en)
ενικός | πληθυντικός |
imprinting | imprintings |
imprinting (en)
imprinting (en)