npm

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Το λογότυπο του npm από το 2020

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
npm < node package manager

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

npm (en) αρκτικόλεξο

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • npm στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια