package manager
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
package manager | package managers |
package manager (en)
Υπώνυμα
[επεξεργασία]- installer
- deinstaller, uninstaller
- (JavaScript) npm
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- package manager στην αγγλική Βικιπαίδεια