perversion
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
perversion | perversions |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]perversion (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
perversion | perversions |
perversion (fr) θηλυκό