recreational vehicle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
recreational vehicle | recreational vehicles |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- recreational vehicle < → δείτε τις λέξεις recreational και vehicle
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]recreational vehicle (en)
- (μέσο μεταφορών) το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο
- αρκτικόλεξο RV
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη camper