responsable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ανορθογραφία

[επεξεργασία]

responsable



Ετυμολογία

[επεξεργασία]

responsable < λατινική responsus (αυτός που πρέπει να λογοδοτήσει για τις πράξεις του)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʁɛ.sp̃ɔ.sabl/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
responsable responsables

responsable (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
responsable responsables

responsable (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ο υπεύθυνος
  2. ο υπαίτιος
  3. o αίτιος

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]

responsable < λατινική responsus

Επίθετο

[επεξεργασία]

responsable (es)