strainer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
strainer | strainers |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]strainer (en)
- το σουρωτήρι
ενικός | πληθυντικός |
strainer | strainers |
strainer (en)