αγνοούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αγνοούμαι < παθητική φωνή του αγνοώ (αρχαία ελληνική ἀγνοοῦμαι)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.γnoˈu.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐γνο‐ού‐μαι
ομόηχο: αγνοούμε

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

αγνοούμαι, μτχ.π.ε.: αγνοούμενος, π.αόρ.: αγνοήθηκα, μτχ.π.π.: αγνοημένος

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]