αιτιολογικός σύνδεσμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αιτιολογικός σύνδεσμος οι αιτιολογικοί σύνδεσμοι
      γενική του αιτιολογικού συνδέσμου των αιτιολογικών συνδέσμων
    αιτιατική τον αιτιολογικό σύνδεσμο τους αιτιολογικούς συνδέσμους
     κλητική αιτιολογικέ σύνδεσμε αιτιολογικοί σύνδεσμοι
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αιτιολογικός σύνδεσμος < αιτιολογικός, σύνδεσμος

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

αιτιολογικός σύνδεσμος αρσενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]