κλοτσιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κλοτσιά οι κλοτσιές
      γενική της κλοτσιάς των κλοτσιών
    αιτιατική την κλοτσιά τις κλοτσιές
     κλητική κλοτσιά κλοτσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κλοτσιά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κλοτσιά < κλοτσέα με συνίζηση < κλοτσῶ [1]
Προετοιμασία για κλοτσιά στην μπάλα.

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kloˈt͡sça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κλο‐τσιά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κλοτσιά θηλυκό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κλοτσιά < κλοτσέα με συνίζηση < κλοτσῶ [1]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κλοτσιά θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη κλοτσῶ

Αναφορές

[επεξεργασία]