μεταγλωττιστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεταγλωττιστής οι μεταγλωττιστές
      γενική του μεταγλωττιστή των μεταγλωττιστών
    αιτιατική τον μεταγλωττιστή τους μεταγλωττιστές
     κλητική μεταγλωττιστή μεταγλωττιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μεταγλωττιστής < μεταγλωττίζω + -τής

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μεταγλωττιστής αρσενικό

  1. (επάγγελμα) πρόσωπο που μεταγλωττίζει
  2. (λογισμικό, πληροφορική-μεταγλώττιση) πρόγραμμα που μετατρέπει αρχείο κώδικα (πηγαίος κώδικας) μιάς γλώσσας προγραμματισμού υψηλού επιπέδου σε ισοδύναμο αρχείο κώδικα μιας άλλης γλώσσας χαμηλού επιπέδου (assembly) ή σε γλώσσα μηχανής
    διαφέρει από τον διερμηνευτή στο ότι το αρχείο κώδικα που δημιουργεί είναι εξ ολοκλήρου μεταγλωττισμένο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]