μεταχαρακτήρας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μεταχαρακτήρας < μετα- + χαρακτήρας
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μεταχαρακτήρας αρσενικό
- (πληροφορική, κανονικές εκφράσεις) κανονικός χαρακτήρας αλφαβήτου ή σύμβολο, ο οποίος λόγω της θέσης του στον εκάστοτε κώδικα αποκτά ειδική σημασία και χρησιμοποιείται στην αντιπαραβολή προτύπων (pattern matching)
Συγγενικά
[επεξεργασία]Υπώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μεταχαρακτήρας