ουγγιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: οὐγγία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ουγγιά οι ουγγιές
      γενική της ουγγιάς των ουγγιών
    αιτιατική την ουγγιά τις ουγγιές
     κλητική ουγγιά ουγγιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ουγγιά < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική οὐγγία/οὐγκία με συνίζηση < λατινική uncia[1] < unus

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /uŋˈɟa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ουγ‐γιά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ουγγιά θηλυκό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]