σερφ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σερφ < αγγλική surf

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σερφ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]