τηλεμαχία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τηλεμαχία θηλυκό
- (νεολογισμός) (πολιτική) τηλεοπτικός διάλογος μεταξύ δύο ή περισσότερων πολιτικών αντιπάλων, πριν από μια εκλογική αναμέτρηση